κοχλιοστρόφιο: Difference between revisions
From LSJ
Menander, Monostichoi, 483
(21) |
|||
Line 1: | Line 1: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=και κοχλιοστροφείο, το<br />[[εργαλείο]] με το οποίο στρέφεται ο [[κοχλίας]], [[εργαλείο]] που χρησιμοποιείται για [[βίδωμα]] και [[ξεβίδωμα]], [[κατσαβίδι]], [[βιδολόγος]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[κοχλίας]] <span style="color: red;">+</span> -[[στρόφιο]] (<span style="color: red;"><</span> [[στροφή]] <span style="color: red;"><</span> [[στρέφω]]), | |mltxt=και κοχλιοστροφείο, το<br />[[εργαλείο]] με το οποίο στρέφεται ο [[κοχλίας]], [[εργαλείο]] που χρησιμοποιείται για [[βίδωμα]] και [[ξεβίδωμα]], [[κατσαβίδι]], [[βιδολόγος]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[κοχλίας]] <span style="color: red;">+</span> -[[στρόφιο]] (<span style="color: red;"><</span> [[στροφή]] <span style="color: red;"><</span> [[στρέφω]]), [[πρβλ]]. <i>πηλο</i>-[[στρόφιον]], [[χειλο]]-[[στρόφιον]]. Η λ. [[είναι]] [[απόδοση]] στην ελλ. του γαλλ. <i>tourne</i>-<i>vis</i> και απαντά από το 1858 στο <i>Ονοματολόγιον ναυτικόν</i>]. | ||
}} | }} |
Latest revision as of 13:50, 23 August 2021
Greek Monolingual
και κοχλιοστροφείο, το
εργαλείο με το οποίο στρέφεται ο κοχλίας, εργαλείο που χρησιμοποιείται για βίδωμα και ξεβίδωμα, κατσαβίδι, βιδολόγος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κοχλίας + -στρόφιο (< στροφή < στρέφω), πρβλ. πηλο-στρόφιον, χειλο-στρόφιον. Η λ. είναι απόδοση στην ελλ. του γαλλ. tourne-vis και απαντά από το 1858 στο Ονοματολόγιον ναυτικόν].