τρύγιος: Difference between revisions
From LSJ
τὴν πολιὴν καλέω Νέμεσιν πόθου, ὅττι δικάζει ἔννομα ταῖς σοβαραῖς θᾶσσον ἐπερχομένη → I call gray hairs the Nemesis of love, because they judge justly, coming sooner to the proud
(12) |
(42) |
||
Line 9: | Line 9: | ||
|Beta Code=tru/gios | |Beta Code=tru/gios | ||
|Definition=<b class="b3">τρυγία οἴνου ἢ ἐλαίου</b>, Hsch. | |Definition=<b class="b3">τρυγία οἴνου ἢ ἐλαίου</b>, Hsch. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=ὁ, Α [[τρύξ]], <i>τρυγός</i>]<br /><b>1.</b> <i>([[κατά]] τον <b>Ησύχ.</b>)</i> «[[τρυγία]] οἴνου ἢ ἐλαίου»<br /><b>2.</b> (κατ' άλλους) [[προσωνυμία]] του [[Διός]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 12:52, 29 September 2017
English (LSJ)
τρυγία οἴνου ἢ ἐλαίου, Hsch.
Greek Monolingual
ὁ, Α τρύξ, τρυγός]
1. (κατά τον Ησύχ.) «τρυγία οἴνου ἢ ἐλαίου»
2. (κατ' άλλους) προσωνυμία του Διός.