ακρολίπαρος: Difference between revisions

From LSJ

προγράψαντες οὖν τά τε θεωρήματα καὶ τὰ ἐπιτάγματα τὰ χρεῖαν ἔχοντα εἰς τὰς ἀποδείξιας αὐτῶν μετὰ ταῦτα γραψοῦμές τοι τὰ προκείμενα → having therefore written at the beginning the theorems and the postulates that are necessary for their proofs, we will then write out for you the propositions

Source
(2)
 
m (Text replacement - "ΕΤΥΜΟΛ." to "ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἀκρολίπαρος]], -ον (Α)<br />αυτός που έχει λιπαρά, χοντρά [[άκρα]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ἀκρο</i>- (Ι) <span style="color: red;">+</span> [[λιπαρός]].
|mltxt=[[ἀκρολίπαρος]], -ον (Α)<br />αυτός που έχει λιπαρά, χοντρά [[άκρα]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ἀκρο</i>- (Ι) <span style="color: red;">+</span> [[λιπαρός]].
}}
}}

Latest revision as of 22:55, 29 December 2020

Greek Monolingual

ἀκρολίπαρος, -ον (Α)
αυτός που έχει λιπαρά, χοντρά άκρα.
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < ἀκρο- (Ι) + λιπαρός.