απλοΐς: Difference between revisions
From LSJ
Γάμει δὲ μὴ τὴν προῖκα, τὴν γυναῖκα δέ → Uxorem cape, non dotem, in matrimonium → Nimm bei der Heirat nicht die Mitgift, nimm die Frau
(5) |
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(mltxt.*?)ῑ(.*?\n\}\})" to "$1ῖ$2") |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=ἀπλοΐς (-[[ίδος]]), η (Α) [[απλούς]]<br /><b>1.</b> αυτή που δεν διπλώνει, [[μονή]] («ἀπλοΐδες | |mltxt=ἀπλοΐς (-[[ίδος]]), η (Α) [[απλούς]]<br /><b>1.</b> αυτή που δεν διπλώνει, [[μονή]] («ἀπλοΐδες χλαῖναι», Όμ.)<br /><b>2.</b> <b>ως ουσ.</b> μικρό, μονό [[ιμάτιο]]. | ||
}} | }} |