επωνύμιο: Difference between revisions

From LSJ
(14)
 
m (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=το (AM [[ἐπωνύμιον]])<br />[[επωνυμία]], νέα, πρόσθετη [[ονομασία]] («τίθενται αὐτῷ [[ἐπωνύμιον]] Ποπλικόλαν», Διον. Αλ.).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>επί</i> <span style="color: red;">+</span> -<i>ωνύμιον</i> (<span style="color: red;"><</span> <i>όνομα</i>)<br /><b>[[πρβλ]].</b> <i>ανθρωπ</i>-<i>ωνύμιο</i>, <i>παρ</i>-<i>ωνύμιο</i>, <i>τοπ</i>-<i>ωνύμιο</i>].
|mltxt=το (AM [[ἐπωνύμιον]])<br />[[επωνυμία]], νέα, πρόσθετη [[ονομασία]] («τίθενται αὐτῷ [[ἐπωνύμιον]] Ποπλικόλαν», Διον. Αλ.).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>επί</i> <span style="color: red;">+</span> -<i>ωνύμιον</i> (<span style="color: red;"><</span> <i>όνομα</i>)<br />[[πρβλ]]. <i>ανθρωπ</i>-<i>ωνύμιο</i>, <i>παρ</i>-<i>ωνύμιο</i>, <i>τοπ</i>-<i>ωνύμιο</i>].
}}
}}

Revision as of 08:45, 23 August 2021

Greek Monolingual

το (AM ἐπωνύμιον)
επωνυμία, νέα, πρόσθετη ονομασία («τίθενται αὐτῷ ἐπωνύμιον Ποπλικόλαν», Διον. Αλ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < επί + -ωνύμιον (< όνομα)
πρβλ. ανθρωπ-ωνύμιο, παρ-ωνύμιο, τοπ-ωνύμιο].