οπλουργός: Difference between revisions

From LSJ

γοῦν κυνικὸς Μένιππος ἁλμοπότιν τὴν Μύνδον φησίν (Athenaios 1.34e) → At any rate the Cynic (satirist) Menippus says that Myndus is a brine-drinking town.

Source
(29)
 
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b>πρβλ\.<\/b> (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>)\]" to "πρβλ. $2$4]")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=ο (Α [[ὁπλουργός]])<br />[[κατασκευαστής]] όπλων<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>στρ.</b> [[στρατιωτικός]] με ειδικές γνώσεις και [[εμπειρία]] στην [[επισκευή]] όπλων διαφόρων τύπων.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[ὅπλον]] <span style="color: red;">+</span> -<i>ουργός</i> (<span style="color: red;"><</span> [[ἔργον]]), <b>πρβλ.</b> <i>μαχαιρ</i>-<i>ουργός</i>].
|mltxt=ο (Α [[ὁπλουργός]])<br />[[κατασκευαστής]] όπλων<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>στρ.</b> [[στρατιωτικός]] με ειδικές γνώσεις και [[εμπειρία]] στην [[επισκευή]] όπλων διαφόρων τύπων.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[ὅπλον]] <span style="color: red;">+</span> -<i>ουργός</i> (<span style="color: red;"><</span> [[ἔργον]]), [[πρβλ]]. [[μαχαιρουργός]]].
}}
}}

Latest revision as of 10:25, 10 May 2023

Greek Monolingual

ο (Α ὁπλουργός)
κατασκευαστής όπλων
νεοελλ.
στρ. στρατιωτικός με ειδικές γνώσεις και εμπειρία στην επισκευή όπλων διαφόρων τύπων.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ὅπλον + -ουργός (< ἔργον), πρβλ. μαχαιρουργός].