παρακοιμιστής: Difference between revisions

From LSJ

τὸ κακὸν δοκεῖν ποτ' ἐσθλὸν τῷδ' ἔμμεν' ὅτῳ φρένας θεὸς ἄγει πρὸς ἄταν → evil appears as good to him whose mind the god is leading to destruction (Sophocles, Antigone 622f.)

Source
(31)
 
m (LSJ2 replacement)
Line 1: Line 1:
{{LSJ2
|Full diacritics=παρακοιμιστής
|Medium diacritics=παρακοιμιστής
|Low diacritics=παρακοιμιστής
|Capitals=ΠΑΡΑΚΟΙΜΙΣΤΗΣ
|Transliteration A=parakoimistḗs
|Transliteration B=parakoimistēs
|Transliteration C=parakoimistis
|Beta Code=parakoimisth/s
|Definition=οῦ, ὁ, in pl., π. τῶν [[ἰδίων]] [[γυναικῶν]] [[panders]] to their own wives, Paul.Al. O. 2.
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=ὁ, ΜΑ [[παρακοιμίζω]]<br /><b>μσν.</b><br />[[μαστροπός]]<br /><b>αρχ.</b><br />αυτός που βάζει κάποιον να κοιμηθεί [[μαζί]] με άλλον.
|mltxt=ὁ, ΜΑ [[παρακοιμίζω]]<br /><b>μσν.</b><br />[[μαστροπός]]<br /><b>αρχ.</b><br />αυτός που βάζει κάποιον να κοιμηθεί [[μαζί]] με άλλον.
}}
}}

Revision as of 11:00, 31 January 2021

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: παρακοιμιστής Medium diacritics: παρακοιμιστής Low diacritics: παρακοιμιστής Capitals: ΠΑΡΑΚΟΙΜΙΣΤΗΣ
Transliteration A: parakoimistḗs Transliteration B: parakoimistēs Transliteration C: parakoimistis Beta Code: parakoimisth/s

English (LSJ)

οῦ, ὁ, in pl., π. τῶν ἰδίων γυναικῶν panders to their own wives, Paul.Al. O. 2.

Greek Monolingual

ὁ, ΜΑ παρακοιμίζω
μσν.
μαστροπός
αρχ.
αυτός που βάζει κάποιον να κοιμηθεί μαζί με άλλον.