συγκορύφωσις: Difference between revisions
From LSJ
Theocritus, Idylls, 30.3
(39) |
(39) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''συγκορύφωσις''': ἡ, = [[συγκεφαλαίωσις]]. Θεολογ. Ἀριθμ. σ. 25. | |lstext='''συγκορύφωσις''': ἡ, = [[συγκεφαλαίωσις]]. Θεολογ. Ἀριθμ. σ. 25. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=-ώσεως, ἡ, Α [[συγκορυφῶ]]<br />[[συγκεφαλαίωση]]. | |||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=-ώσεως, ἡ, Α [[συγκορυφῶ]]<br />[[συγκεφαλαίωση]]. | |mltxt=-ώσεως, ἡ, Α [[συγκορυφῶ]]<br />[[συγκεφαλαίωση]]. | ||
}} | }} |
Revision as of 12:36, 29 September 2017
English (LSJ)
εως, ἡ,= συγκεφαλαίωσις, ib.25.
German (Pape)
[Seite 969] ἡ, = συγκεφαλαίωσις, Sp.
Greek (Liddell-Scott)
συγκορύφωσις: ἡ, = συγκεφαλαίωσις. Θεολογ. Ἀριθμ. σ. 25.
Greek Monolingual
-ώσεως, ἡ, Α συγκορυφῶ
συγκεφαλαίωση.
Greek Monolingual
-ώσεως, ἡ, Α συγκορυφῶ
συγκεφαλαίωση.