συμπερίληψη: Difference between revisions
From LSJ
ἤκουσεν ἐν Ῥώμῃ καὶ ἀρσένων ἑταιρίαν εἶναι → he heard that there was also a fellowship of males in Rome (Severius, commentary on Romans 1:27)
(39) |
m (Text replacement - "({{grml\n.*\n}})\n\1" to "$1") |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=η, Ν<br />η [[ενέργεια]] και το [[αποτέλεσμα]] του [[συμπεριλαμβάνω]], το να συμπεριλαμβάνει [[κανείς]] [[κάτι]] ή κάποιον.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[συμπεριλαμβάνω]]. Η λ., στον λόγιο τ. <i>συμπερίληψις</i>, μαρτυρείται από το 1888 στον Σπ. Τρικούπη]. | |mltxt=η, Ν<br />η [[ενέργεια]] και το [[αποτέλεσμα]] του [[συμπεριλαμβάνω]], το να συμπεριλαμβάνει [[κανείς]] [[κάτι]] ή κάποιον.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[συμπεριλαμβάνω]]. Η λ., στον λόγιο τ. <i>συμπερίληψις</i>, μαρτυρείται από το 1888 στον Σπ. Τρικούπη]. | ||
}} | }} |
Latest revision as of 19:40, 27 September 2022
Greek Monolingual
η, Ν
η ενέργεια και το αποτέλεσμα του συμπεριλαμβάνω, το να συμπεριλαμβάνει κανείς κάτι ή κάποιον.
[ΕΤΥΜΟΛ. < συμπεριλαμβάνω. Η λ., στον λόγιο τ. συμπερίληψις, μαρτυρείται από το 1888 στον Σπ. Τρικούπη].