μετελευστέον: Difference between revisions

From LSJ

Ἐν νυκτὶ βουλὴ τοῖς σοφοῖσι γίγνεται → A nocte sapiens capere consilium solet → Die Weisen überkommt des Nachts ein guter Plan

Menander, Monostichoi, 150
(5)
(3)
Line 15: Line 15:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''μετελευστέον:''' ρημ. επίθ., [[κάτι]] που πρέπει να τιμωρηθεί, σε Λουκ.
|lsmtext='''μετελευστέον:''' ρημ. επίθ., [[κάτι]] που πρέπει να τιμωρηθεί, σε Λουκ.
}}
{{elru
|elrutext='''μετελευστέον:''' Luc. adj. verb. к [[μετέρχομαι]] 7.
}}
}}

Revision as of 12:20, 31 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μετελευστέον Medium diacritics: μετελευστέον Low diacritics: μετελευστέον Capitals: ΜΕΤΕΛΕΥΣΤΕΟΝ
Transliteration A: meteleustéon Transliteration B: meteleusteon Transliteration C: metelefsteon Beta Code: meteleuste/on

English (LSJ)

   A one must punish, Luc.Fug.22.

Greek (Liddell-Scott)

μετελευστέον: ῥηματ. ἐπίθ. τοῦ μετέρχομαι, πρέπει τις νὰ τιμωρήσῃ, Λουκ. Δραπέτ. 22. II. μετελευστέον τέχνην, δεῖ μετέρχεσθαι τέχνην, Ἰσιδ. Πηλ. ἐπιστ. Γ΄ 154.

Greek Monotonic

μετελευστέον: ρημ. επίθ., κάτι που πρέπει να τιμωρηθεί, σε Λουκ.

Russian (Dvoretsky)

μετελευστέον: Luc. adj. verb. к μετέρχομαι 7.