ἐποποιΐα: Difference between revisions
From LSJ
Λόγος διοικεῖ τὸν βροτῶν βίον μόνος → Mortalium res sola regit oratio → Der Menschen Leben ordnet Redekunst allein
(4) |
(2) |
||
Line 7: | Line 7: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''ἐποποιΐα:''' ἡ, επική [[ποίηση]] ή επικό [[ποίημα]], σε Ηρόδ. | |lsmtext='''ἐποποιΐα:''' ἡ, επική [[ποίηση]] ή επικό [[ποίημα]], σε Ηρόδ. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''ἐποποιΐα:''' ἡ эпическая поэзия, эпопея (ὁ [[λόγος]] ἐς τὴν ἐποποιΐην [[εὐπρεπής]] Her.; ἃ ἐ. [[ἔχει]], ὑπάρχει τῇ τραγῳδίᾳ Arst.). | |||
}} | }} |
Revision as of 12:44, 31 December 2018
German (Pape)
[Seite 1008] ἡ, Verfertigung eines epischen Gedichts, Her. 2, 116; das epische Gedicht selbst, Arist. poet. 24; D. L. 8, 56.
French (Bailly abrégé)
ας (ἡ) :
composition d’un poème épique.
Étymologie: ἐποποιός.
Greek Monotonic
ἐποποιΐα: ἡ, επική ποίηση ή επικό ποίημα, σε Ηρόδ.
Russian (Dvoretsky)
ἐποποιΐα: ἡ эпическая поэзия, эпопея (ὁ λόγος ἐς τὴν ἐποποιΐην εὐπρεπής Her.; ἃ ἐ. ἔχει, ὑπάρχει τῇ τραγῳδίᾳ Arst.).