κύσσαι: Difference between revisions

From LSJ

νόσημα γὰρ αἴσχιστον εἶναί φημι συνθέτους λόγους → for I consider false words to be the foulest sickness

Source
(5)
(nl)
Line 4: Line 4:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''κύσσαι:''' Επικ. αντί [[κύσαι]] [ῠ], απαρ. αορ. αʹ του [[κυνέω]].
|lsmtext='''κύσσαι:''' Επικ. αντί [[κύσαι]] [ῠ], απαρ. αορ. αʹ του [[κυνέω]].
}}
{{elnl
|elnltext=κύσσαι ep. inf. aor. act. van κυνέω.
}}
}}

Revision as of 12:06, 31 December 2018

French (Bailly abrégé)

poét. c. κύσαι, inf. ao. de κυνέω;
pour κῦσαι, inf. ao. de κύω.

Greek Monotonic

κύσσαι: Επικ. αντί κύσαι [ῠ], απαρ. αορ. αʹ του κυνέω.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

κύσσαι ep. inf. aor. act. van κυνέω.