λοχαγέτης: Difference between revisions

From LSJ

Λύπην γὰρ εὔνους οἶδε θεραπεύειν λόγος → Sanare luctum scit benevola oratioBetrübnis weiß zu heilen ein geneigtes Wort

Menander, Monostichoi, 319
(5)
(1ba)
Line 7: Line 7:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''λοχᾱγέτης:''' -ου, ὁ, Δωρ. και Αττ. αντί [[λοχηγέτης]], = [[λοχαγός]], σε Αισχύλ., Ευρ.
|lsmtext='''λοχᾱγέτης:''' -ου, ὁ, Δωρ. και Αττ. αντί [[λοχηγέτης]], = [[λοχαγός]], σε Αισχύλ., Ευρ.
}}
{{mdlsj
|mdlsjtxt=λοχᾱγέτης, ου, ὁ, [doric and [[attic]] for [[λοχηγέτης]] = [[λοχαγός]], Aesch., Eur.]
}}
}}

Revision as of 03:30, 10 January 2019

Greek (Liddell-Scott)

λοχᾱγέτης: -ου, ὁ, Δωρ. καὶ Ἀττ. ἀντὶ λοχηγέτης, = λοχαγός, Αἰσχύλ. Θήβ. 42, Εὐρ. Φοίν. 974, Ἱκέτ. 502· ἴδε ἐν λέξ. λοχαγός.

French (Bailly abrégé)

ου (ὁ) :
c. λοχαγός.

Greek Monotonic

λοχᾱγέτης: -ου, ὁ, Δωρ. και Αττ. αντί λοχηγέτης, = λοχαγός, σε Αισχύλ., Ευρ.

Middle Liddell

λοχᾱγέτης, ου, ὁ, [doric and attic for λοχηγέτης = λοχαγός, Aesch., Eur.]