μαθητέος: Difference between revisions

From LSJ

Λόγον παρ' ἐχθροῦ μήποθ' ἡγήσῃ φίλον → Sermonem ab hoste benevolum numquam puta → Erachte nie des Feindes Wort als Freundlichkeit

Menander, Monostichoi, 325
(5)
(3)
Line 18: Line 18:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''μᾰθητέος:''' -α, -ον, ρημ. επίθ. του [[μανθάνω]]·<br /><b class="num">I.</b>αυτό που πρόκειται να μαθευτεί, να διδαχθεί, σε Ηρόδ.<br /><b class="num">II.</b><i>μαθητέον</i>, [[κάτι]] που πρέπει να μαθευτεί, σε Αριστοφ., Ξεν.
|lsmtext='''μᾰθητέος:''' -α, -ον, ρημ. επίθ. του [[μανθάνω]]·<br /><b class="num">I.</b>αυτό που πρόκειται να μαθευτεί, να διδαχθεί, σε Ηρόδ.<br /><b class="num">II.</b><i>μαθητέον</i>, [[κάτι]] που πρέπει να μαθευτεί, σε Αριστοφ., Ξεν.
}}
{{elru
|elrutext='''μᾰθητέος:''' adj. verb. к [[μανθάνω]].
}}
}}

Revision as of 23:52, 31 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μᾰθητέος Medium diacritics: μαθητέος Low diacritics: μαθητέος Capitals: ΜΑΘΗΤΕΟΣ
Transliteration A: mathētéos Transliteration B: mathēteos Transliteration C: mathiteos Beta Code: maqhte/os

English (LSJ)

α, ον,

   A to be learnt, Pl.Lg.822c.    II μαθητέον, one must learn, Hdt.7.16. γ', Ar.V.1262, Pl.Lg.818d; τέχνας παρά τινος X. Mem.2.1.28.

Greek (Liddell-Scott)

μᾰθητέος: -α, -ον, ῥήμ. ἐπίθ. τοῦ μανθάνω, ὃν πρέπει τις νὰ μάθῃ ἢ ἐννοήσῃ, Ἡρόδ. 7. 16. 3. II. μαθητέον, πρέπει τις νὰ μάθῃ, Ἀριστοφ. Σφ. 1262, Πλάτ. Νόμ. 818D· τι παρά τινος Ξεν. Ἀπομνημ. 2. 1, 28.

French (Bailly abrégé)

α, ον :
adj. verb. de μανθάνω.

Greek Monotonic

μᾰθητέος: -α, -ον, ρημ. επίθ. του μανθάνω·
I.αυτό που πρόκειται να μαθευτεί, να διδαχθεί, σε Ηρόδ.
II.μαθητέον, κάτι που πρέπει να μαθευτεί, σε Αριστοφ., Ξεν.

Russian (Dvoretsky)

μᾰθητέος: adj. verb. к μανθάνω.