Λεοντίς: Difference between revisions
From LSJ
πόθῳ δὲ τοῦ θανόντος ἠγκιστρωμένη ψυχὴν περισπαίροντι φυσήσει νεκρῷ → pierced by sorrow for the dead shall breathe forth her soul on the quivering body
(3) |
m (Text replacement - "Πολυδ." to "Πολυδ.") |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''Λεοντίς''': -ίδος, ἡ, «φυλὴ Ἀθήνησιν· ἀπὸ Λεὼ τοῦ Ὀρφέως» Φώτ., Ξεν. Ἑλλ. 2. 4, 27, | |lstext='''Λεοντίς''': -ίδος, ἡ, «φυλὴ Ἀθήνησιν· ἀπὸ Λεὼ τοῦ Ὀρφέως» Φώτ., Ξεν. Ἑλλ. 2. 4, 27, Πολυδ. Η΄, 110, διάφ. γραφ. [[Λεωντίς]]. | ||
}} | }} | ||
{{elru | {{elru | ||
|elrutext='''Λεοντίς:''' ίδος (ῐδ) ἡ Леонтида (одна из атт. фил) Xen., Plut. | |elrutext='''Λεοντίς:''' ίδος (ῐδ) ἡ Леонтида (одна из атт. фил) Xen., Plut. | ||
}} | }} |
Revision as of 18:15, 6 October 2022
Greek (Liddell-Scott)
Λεοντίς: -ίδος, ἡ, «φυλὴ Ἀθήνησιν· ἀπὸ Λεὼ τοῦ Ὀρφέως» Φώτ., Ξεν. Ἑλλ. 2. 4, 27, Πολυδ. Η΄, 110, διάφ. γραφ. Λεωντίς.
Russian (Dvoretsky)
Λεοντίς: ίδος (ῐδ) ἡ Леонтида (одна из атт. фил) Xen., Plut.