συμμορφίζω: Difference between revisions

From LSJ

Ψυχῆς νοσούσης ἐστὶ φάρμακον λόγος → Sermo medela est animi ad aegrimonias → Der kranken Seele Heilungsmittel ist das Wort

Menander, Monostichoi, 550
(cc2)
m (Text replacement - "({{grml\n.*\n}})\n\1" to "$1")
 
Line 4: Line 4:
{{ls
{{ls
|lstext='''συμμορφίζω''': συμμορφόω, Ἐπιστ. πρὸς Φιλιππ. γ΄, 10, Βασίλ. ἐν Ὁμιλ. 22, σ. 549 ἐν τῷ Παθ.
|lstext='''συμμορφίζω''': συμμορφόω, Ἐπιστ. πρὸς Φιλιππ. γ΄, 10, Βασίλ. ἐν Ὁμιλ. 22, σ. 549 ἐν τῷ Παθ.
}}
{{grml
|mltxt=Α [[σύμμορφος]]<br />([[κυρίως]] το παθ.) [[συμμορφίζομαι]]<br />[[γίνομαι]] όμοιος ως [[προς]] τη [[μορφή]].
}}
}}
{{grml
{{grml

Latest revision as of 19:40, 27 September 2022

German (Pape)

[Seite 983] = συμμορφόω, Sp.

Greek (Liddell-Scott)

συμμορφίζω: συμμορφόω, Ἐπιστ. πρὸς Φιλιππ. γ΄, 10, Βασίλ. ἐν Ὁμιλ. 22, σ. 549 ἐν τῷ Παθ.

Greek Monolingual

Α σύμμορφος
(κυρίως το παθ.) συμμορφίζομαι
γίνομαι όμοιος ως προς τη μορφή.

Chinese

原文音譯:summorfÒw 沁-摩而賀哦
詞類次數:動詞(1)
原文字根:共同-形狀
字義溯源:使類似,同化,效法;源自(σύμμορφος)=相似的),由(σύν / συνεπίσκοπος)*=同)與(μορφή)*=形像)組成
出現次數:總共(1);腓(1)
譯字彙編
1) 效法(1) 腓3:10