больной: Difference between revisions
From LSJ
πάτερ, ἄφες αὐτοῖς, οὐ γὰρ οἴδασιν τί ποιοῦσιν → father, forgive them, for they know not what they do
(1) |
mNo edit summary |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{ruel | {{ruel | ||
|rueltext=[[νοσηματικός]], [[νοσερός]], [[κατακλινής]], [[ὑποκείμενον]] | |rueltext=[[νοσηματικός]], [[νοσερός]], [[κατακλινής]], [[ὑποκείμενον]], [[ἀδύνατος]], [[ἀνώμαλος]], [[ἄρρωστος]], [[ἀσθενής]], [[ἐναλθής]], [[ἐνσινής]] | ||
}} | }} |
Latest revision as of 12:24, 22 May 2024
Russian > Greek
νοσηματικός, νοσερός, κατακλινής, ὑποκείμενον, ἀδύνατος, ἀνώμαλος, ἄρρωστος, ἀσθενής, ἐναλθής, ἐνσινής