ἐνσινής

From LSJ

Τὶ δὲ σὺ διά τὸν Θεὸν δύνασαι ἀρνηθῆναι; Οἷον δὲ μέτρον ἀγάπης τῶν ἀγαπώντων σε ἐστί; (Χρύσανθος Καταπόδης, Σχολὴ Ζωῆς) → ?

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἐνσῐνής Medium diacritics: ἐνσινής Low diacritics: ενσινής Capitals: ΕΝΣΙΝΗΣ
Transliteration A: ensinḗs Transliteration B: ensinēs Transliteration C: ensinis Beta Code: e)nsinh/s

English (LSJ)

ἐνσινές, (σίνος) injured, Man.2.445; in ill-health, BGU560.22 (iv A. D.).

Spanish (DGE)

(ἐνσῐνής) -ές
• Morfología: [plu. ac. no contr. ἐνσινέας Man.2.445]
enfermo, inválido, BGU 560.1.22 (II d.C.), ἐνσινέας τιθῆναι βροτούς Man.4.113, cf. 2.445.

German (Pape)

[Seite 852] ές, beschädigt, ἐνσινέας τίθησι βροτούς, Han. 2, 445. 4, 113.

Greek (Liddell-Scott)

ἐνσῐνής: -ές, (σίνος) βεβλαμμένος,Μανέθων 445.