χαμαιλεύκη: Difference between revisions
From LSJ
ὄρνιθι γὰρ καὶ τὴν τότ᾽ αἰσίῳ τύχην παρέσχες ἡμῖν → for it was by a good omen that you provided that past fortune to us
m (Text replacement - " <span class="bld">" to "<span class="bld">") Tags: Mobile edit Mobile web edit |
m (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3") |
||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=chamaileyki | |Transliteration C=chamaileyki | ||
|Beta Code=xamaileu/kh | |Beta Code=xamaileu/kh | ||
|Definition=ἡ, | |Definition=ἡ, = [[βήχιον]], Ps.-Dsc.3.112; also = [[χαμαίκισσος]], ib.4.125. | ||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''χᾰμαιλεύκη''': ἡ, = βήχιον, tussilago, ἡ ἔτι καὶ νῦν καλουμένη χαμολεύκη ἐν Κεφαλληνίᾳ. Διοσκ. (ἐν τοῖς Νοθ.) 3. 126, Πλίν. 24. 83· - ἀλλὰ τὸ [[ὄνομα]] τοῦτο φαίνεται ὅτι ἐδίδετο καὶ εἰς ἄλλα φυτά, Διοσκ. (ἐν τοῖς Νόθ) 4. 126. | |lstext='''χᾰμαιλεύκη''': ἡ, = βήχιον, tussilago, ἡ ἔτι καὶ νῦν καλουμένη χαμολεύκη ἐν Κεφαλληνίᾳ. Διοσκ. (ἐν τοῖς Νοθ.) 3. 126, Πλίν. 24. 83· - ἀλλὰ τὸ [[ὄνομα]] τοῦτο φαίνεται ὅτι ἐδίδετο καὶ εἰς ἄλλα φυτά, Διοσκ. (ἐν τοῖς Νόθ) 4. 126. | ||
}} | }} |
Revision as of 20:00, 23 August 2022
English (LSJ)
ἡ, = βήχιον, Ps.-Dsc.3.112; also = χαμαίκισσος, ib.4.125.
Greek (Liddell-Scott)
χᾰμαιλεύκη: ἡ, = βήχιον, tussilago, ἡ ἔτι καὶ νῦν καλουμένη χαμολεύκη ἐν Κεφαλληνίᾳ. Διοσκ. (ἐν τοῖς Νοθ.) 3. 126, Πλίν. 24. 83· - ἀλλὰ τὸ ὄνομα τοῦτο φαίνεται ὅτι ἐδίδετο καὶ εἰς ἄλλα φυτά, Διοσκ. (ἐν τοῖς Νόθ) 4. 126.