πεντανούμμιον: Difference between revisions
From LSJ
καὶ ὑποθέμενος κατὰ τῆς κεφαλῆς φέρειν τὰς πληγάς, ὡς ἐν ἐκείνῃ τοῦ τε κακοῦ τοῦ πρὸς ἀνθρώπους → and having instructed them to bring their blows against the head, seeing that the harm to humans ... (Josephus, Antiquities of the Jews 1.50)
mNo edit summary |
mNo edit summary |
||
Line 10: | Line 10: | ||
|Definition=τό, [[pentanummium]], a piece of five [[sestertium|sesterces]], Zonar. | |Definition=τό, [[pentanummium]], a piece of five [[sestertium|sesterces]], Zonar. | ||
}} | }} | ||
[[File:ByzantineBronzes.jpeg|thumb|Nummi coins of the late reign of Anastasius I: on the left a 40-nummi coin (follis) and on the right a 5-nummi coin (pentanummium).]] | |||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''πεντανούμμιον''': τό, [[νόμισμα]] ἐκ [[πέντε]] νούμμων, «[[ἀσσάριον]], [[πεντανούμμιον]] ἢ [[δεκανούμμιον]]», Ζωναρ. 322. | |lstext='''πεντανούμμιον''': τό, [[νόμισμα]] ἐκ [[πέντε]] νούμμων, «[[ἀσσάριον]], [[πεντανούμμιον]] ἢ [[δεκανούμμιον]]», Ζωναρ. 322. |
Revision as of 19:54, 10 June 2022
English (LSJ)
τό, pentanummium, a piece of five sesterces, Zonar.
Greek (Liddell-Scott)
πεντανούμμιον: τό, νόμισμα ἐκ πέντε νούμμων, «ἀσσάριον, πεντανούμμιον ἢ δεκανούμμιον», Ζωναρ. 322.
Greek Monolingual
τὸ, Α
νόμισμα πέντε νούμμων.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πεντα- + νοῦμμος «είδος νομίσματος»].