κατανθίζω: Difference between revisions

From LSJ

Λάλει τὰ μέτρια, μὴ λάλει δ', ἃ μή σε δεῖModestus sermo, et qualis deceat, sit tuus → Sprich maßvoll, spricht nicht aus, was unanständig ist

Menander, Monostichoi, 328
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(:''') ([\p{Cyrillic}\s]+) ([a-zA-Z:\(])" to "$1 $2 $3")
m (Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2")
 
Line 1: Line 1:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1365.png Seite 1365]] mit Blumen ausschmücken, übh. schmücken, [[στέμμα]] χρώμασι παντοδαποῖς κατηνθισμένον D. Sic. 18, 26, a. Sp.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1365.png Seite 1365]] mit Blumen ausschmücken, übh. schmücken, [[στέμμα]] χρώμασι παντοδαποῖς κατηνθισμένον D. Sic. 18, 26, a. Sp.
}}
{{elru
|elrutext='''κατανθίζω:''' [[расцвечивать]] ([[στέμμα]] χρώμασι παντοδαποῖς κατηνθισμένον Diod.).
}}
}}
{{ls
{{ls
Line 7: Line 10:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[κατανθίζω]] (Α)<br />[[στολίζω]] με [[άνθη]] («[[στέμμα]] πομπικόν, χρώμασι παντοδαποῖς διαπρεπῶς κατηνθισμένον», <b>Διόδ.</b>).
|mltxt=[[κατανθίζω]] (Α)<br />[[στολίζω]] με [[άνθη]] («[[στέμμα]] πομπικόν, χρώμασι παντοδαποῖς διαπρεπῶς κατηνθισμένον», <b>Διόδ.</b>).
}}
{{elru
|elrutext='''κατανθίζω:''' [[расцвечивать]] ([[στέμμα]] χρώμασι παντοδαποῖς κατηνθισμένον Diod.).
}}
}}

Latest revision as of 13:40, 3 October 2022

German (Pape)

[Seite 1365] mit Blumen ausschmücken, übh. schmücken, στέμμα χρώμασι παντοδαποῖς κατηνθισμένον D. Sic. 18, 26, a. Sp.

Russian (Dvoretsky)

κατανθίζω: расцвечивать (στέμμα χρώμασι παντοδαποῖς κατηνθισμένον Diod.).

Greek (Liddell-Scott)

κατανθίζω: καὶ παθ. κατανθίζομαι, κοσμῶ δι’ ἀνθέων, ἐν γένει στολίζω, χρώμασι ποικίλοις κατηνθισμένος Διόδ. 18. 26· χρυσῷ κατήνθιστο Καλλίστρ. 898.

Greek Monolingual

κατανθίζω (Α)
στολίζω με άνθηστέμμα πομπικόν, χρώμασι παντοδαποῖς διαπρεπῶς κατηνθισμένον», Διόδ.).