θυροειδής: Difference between revisions
From LSJ
ἀλλ' ἦν ἅπαντα τεταγμένα νόμων ἐπιταγαῖς → but all their acts were regulated by prescriptions set forth in laws
(b) |
(6_7) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1227.png Seite 1227]] ές, thür-, fensterähnlich, Sp. | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1227.png Seite 1227]] ές, thür-, fensterähnlich, Sp. | ||
}} | |||
{{ls | |||
|lstext='''θῠροειδής''': -ές, [[ὅμοιος]] θύρᾳ, Ἱππιατρ. 140 18. - θυροειδές, τό, τὸ [[ἄνοιγμα]] τοῦ ἡβικοῦ ὀστοῦ, διὰ τοῦ τῆς ἥβης ὀστέου τρήματος, ὃ καλοῦσι θυροειδὲς Γαλην. τ. 2. 414, 1, πρβλ. [[θυρεοειδής]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 11:26, 5 August 2017
English (LSJ)
ές,
A like a door, τόπος dub. in Hippiatr.40 (v. θυρεοειδής) ; τὸ θ. τρῆμα the opening in the os pubis, Gal.2.414.
German (Pape)
[Seite 1227] ές, thür-, fensterähnlich, Sp.
Greek (Liddell-Scott)
θῠροειδής: -ές, ὅμοιος θύρᾳ, Ἱππιατρ. 140 18. - θυροειδές, τό, τὸ ἄνοιγμα τοῦ ἡβικοῦ ὀστοῦ, διὰ τοῦ τῆς ἥβης ὀστέου τρήματος, ὃ καλοῦσι θυροειδὲς Γαλην. τ. 2. 414, 1, πρβλ. θυρεοειδής.