μυρτοχειλίδες: Difference between revisions

From LSJ

Ζευχθεὶς γάμοισιν οὐκέτ' ἔστ' ἐλεύθερος → Haud liber ultra est, nuptiae quem vinciunt → Wer durch der Ehe Joch vereint, ist nicht mehr frei

Menander, Monostichoi, 197
(c2)
 
(6_4)
Line 1: Line 1:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0222.png Seite 222]] αἱ, die Lefzen an der weiblichen Schaam, Poll. 2, 174. Vgl. [[μύρτον]].
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0222.png Seite 222]] αἱ, die Lefzen an der weiblichen Schaam, Poll. 2, 174. Vgl. [[μύρτον]].
}}
{{ls
|lstext='''μυρτοχειλίδες''': -αἱ, τὰ [[ἑκατέρωθεν]] τοῦ μύρτου, δηλ. τῆς κλειτορίδος τοῦ γυναικείου αἰδοίου χείλη, τὰ ἄλλως κρημνοὶ ἢ πτερυγώματα λεγόμενα, [[Πολυδ]]. Β΄, 174.
}}
}}

Revision as of 11:22, 5 August 2017

German (Pape)

[Seite 222] αἱ, die Lefzen an der weiblichen Schaam, Poll. 2, 174. Vgl. μύρτον.

Greek (Liddell-Scott)

μυρτοχειλίδες: -αἱ, τὰ ἑκατέρωθεν τοῦ μύρτου, δηλ. τῆς κλειτορίδος τοῦ γυναικείου αἰδοίου χείλη, τὰ ἄλλως κρημνοὶ ἢ πτερυγώματα λεγόμενα, Πολυδ. Β΄, 174.