ἀχλάς: Difference between revisions

From LSJ

Φρόνημα λιπαρὸν οὐδαμῶς ἀναλίσκεται → Constans animi nulla umquam est consumptio → Ein strahlend heller Geist zehrt keineswegs sich auf

Menander, Monostichoi, 536
(6_4)
(big3_8)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀχλάς''': -άδος, ἡ, μεταγεν. [[τύπος]] τοῦ ἀχρὰς (ὅ ἴδε), Σχόλ. εἰς Θεόκρ.: [[ἐντεῦθεν]] ἀχλαδηφορέω, [[φέρω]] ἀχράδας, ἀχλάδια, Βυζ.
|lstext='''ἀχλάς''': -άδος, ἡ, μεταγεν. [[τύπος]] τοῦ ἀχρὰς (ὅ ἴδε), Σχόλ. εἰς Θεόκρ.: [[ἐντεῦθεν]] ἀχλαδηφορέω, [[φέρω]] ἀχράδας, ἀχλάδια, Βυζ.
}}
{{DGE
|dgtxt=v. [[ἀχράς]].
}}
}}

Revision as of 12:05, 21 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀχλάς Medium diacritics: ἀχλάς Low diacritics: αχλάς Capitals: ΑΧΛΑΣ
Transliteration A: achlás Transliteration B: achlas Transliteration C: achlas Beta Code: a)xla/s

English (LSJ)

άδος, ἡ, late form of ἀχράς (q.v.), Sch. Theoc.1.134.

Greek (Liddell-Scott)

ἀχλάς: -άδος, ἡ, μεταγεν. τύπος τοῦ ἀχρὰς (ὅ ἴδε), Σχόλ. εἰς Θεόκρ.: ἐντεῦθεν ἀχλαδηφορέω, φέρω ἀχράδας, ἀχλάδια, Βυζ.

Spanish (DGE)

v. ἀχράς.