τρωξαλλίς: Difference between revisions
From LSJ
(6_9) |
(42) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''τρωξαλλίς''': ἡ, [[εἶδος]] ἐντόμου κατατρώγοντος τὰ λάχανα, [[εἶδος]] ἀκρίδος, κατεδηδόκασι τὰ λάχανα αἱ τρωξαλλίδες Ἄλεξις ἐν «Ἀπεγλαυκωμένῳ» 1. 12· troxalis παρὰ Πλινίῳ 30. 6, 16 § 49. | |lstext='''τρωξαλλίς''': ἡ, [[εἶδος]] ἐντόμου κατατρώγοντος τὰ λάχανα, [[εἶδος]] ἀκρίδος, κατεδηδόκασι τὰ λάχανα αἱ τρωξαλλίδες Ἄλεξις ἐν «Ἀπεγλαυκωμένῳ» 1. 12· troxalis παρὰ Πλινίῳ 30. 6, 16 § 49. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=-[[ίδος]], ἡ, Α<br /><b>βλ.</b> [[τρωξαλλίδα]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 12:51, 29 September 2017
English (LSJ)
ίδος, ἡ,
A grasshopper or locust, Alex.15.12; ἀκρὶς τ. Dsc.2.52; troxallis (v.l. trixallis, etc.), Plin.HN30.117; τρωξαλλίς (also τριξελλας, τοξαλλίς) = grillus, Gloss.
Greek (Liddell-Scott)
τρωξαλλίς: ἡ, εἶδος ἐντόμου κατατρώγοντος τὰ λάχανα, εἶδος ἀκρίδος, κατεδηδόκασι τὰ λάχανα αἱ τρωξαλλίδες Ἄλεξις ἐν «Ἀπεγλαυκωμένῳ» 1. 12· troxalis παρὰ Πλινίῳ 30. 6, 16 § 49.
Greek Monolingual
-ίδος, ἡ, Α
βλ. τρωξαλλίδα.