θαμβητός: Difference between revisions
From LSJ
Οὐκ ἔστι σοφίας κτῆμα τιμιώτερον → Haud ulla res pretiosior sapientia → Die Weisheit ist Besitz von allergrößtem Wert
(6_11) |
(16) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''θαμβητός''': -ή, -όν, προξενῶν [[θάμβος]], [[ἐκπληκτικός]], Λυκόφρ. 552. | |lstext='''θαμβητός''': -ή, -όν, προξενῶν [[θάμβος]], [[ἐκπληκτικός]], Λυκόφρ. 552. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=[[θαμβητός]], -ή, -όν (Α) [[θαμβώ]]<br />[[εκπληκτικός]], [[καταπληκτικός]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 07:17, 29 September 2017
English (LSJ)
ή, όν,
A astonishing, Lyc.552, Maiist.1.
Greek (Liddell-Scott)
θαμβητός: -ή, -όν, προξενῶν θάμβος, ἐκπληκτικός, Λυκόφρ. 552.
Greek Monolingual
θαμβητός, -ή, -όν (Α) θαμβώ
εκπληκτικός, καταπληκτικός.