χεζανάγκη: Difference between revisions
From LSJ
ἐκ Χάεος δ' Ἔρεβός τε μέλαινά τε Νὺξ ἐγένοντο... (Hesiod's Theogony 123) → From Chasm, Erebos and black Night came to be...
(6_10) |
(46) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''χεζᾰνάγκη''': ἡ, ἀλοιφὴ καθαρτικὴ διευκολύνουσα τὴν κένωσιν τῶν περιττωμάτων, Παῦλ. Αἰγ. 7, 9, Ἀέτ. 3. 135, σ. 58 (b), 18. | |lstext='''χεζᾰνάγκη''': ἡ, ἀλοιφὴ καθαρτικὴ διευκολύνουσα τὴν κένωσιν τῶν περιττωμάτων, Παῦλ. Αἰγ. 7, 9, Ἀέτ. 3. 135, σ. 58 (b), 18. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=ἡ, Α<br />[[αλοιφή]] κατάλληλη για την [[πρόκληση]] κένωσης.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[χέζω]] <span style="color: red;">+</span> [[ἀνάγκη]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 12:50, 29 September 2017
English (LSJ)
ἡ,
A purgative plaster, Aët.3.135, Paul.Aeg.7.9.
German (Pape)
[Seite 1341] ἡ, eine Salbe zur Beförderung des Stuhlgangs, Paul. Aeg.
Greek (Liddell-Scott)
χεζᾰνάγκη: ἡ, ἀλοιφὴ καθαρτικὴ διευκολύνουσα τὴν κένωσιν τῶν περιττωμάτων, Παῦλ. Αἰγ. 7, 9, Ἀέτ. 3. 135, σ. 58 (b), 18.
Greek Monolingual
ἡ, Α
αλοιφή κατάλληλη για την πρόκληση κένωσης.
[ΕΤΥΜΟΛ. < χέζω + ἀνάγκη.