ἐκφλυνδάνω: Difference between revisions

From LSJ
(6_4)
(big3_14b)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἐκφλυνδάνω''': «ἀνοίγω», «σπάνω», ἐπὶ ἑλκῶν, Ἱππ. 539., 557. 17˙ - ἐξ οὗ πρέπει νὰ διορθωθῇ τὸ ἐν τῷ λεξικῷ Γαλην. (464) ἐκφινθάνει εἰς ἐκφλυνδάνει.
|lstext='''ἐκφλυνδάνω''': «ἀνοίγω», «σπάνω», ἐπὶ ἑλκῶν, Ἱππ. 539., 557. 17˙ - ἐξ οὗ πρέπει νὰ διορθωθῇ τὸ ἐν τῷ λεξικῷ Γαλην. (464) ἐκφινθάνει εἰς ἐκφλυνδάνει.
}}
{{DGE
|dgtxt=[[brotar]], [[salir]] ἕλκεα ἐκφλυνδάνει ἐκ τῆς ὀσφύος Hp.<i>Int</i>.13, cf. 46 (cód., pero cf. [[ἐκφύω]]).
}}
}}

Revision as of 12:29, 21 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἐκφλυνδάνω Medium diacritics: ἐκφλυνδάνω Low diacritics: εκφλυνδάνω Capitals: ΕΚΦΛΥΝΔΑΝΩ
Transliteration A: ekphlyndánō Transliteration B: ekphlyndanō Transliteration C: ekflyndano Beta Code: e)kflunda/nw

English (LSJ)

   A break out, of sores, Hp.Int.13,46 (-φινδάνω f.l. in Gal.19.96).

German (Pape)

[Seite 785] = Folgdm, bes. vom Ausbrechen der Geschwüre, Hippocr., Galen. ἐκφινδάνω.

Greek (Liddell-Scott)

ἐκφλυνδάνω: «ἀνοίγω», «σπάνω», ἐπὶ ἑλκῶν, Ἱππ. 539., 557. 17˙ - ἐξ οὗ πρέπει νὰ διορθωθῇ τὸ ἐν τῷ λεξικῷ Γαλην. (464) ἐκφινθάνει εἰς ἐκφλυνδάνει.

Spanish (DGE)

brotar, salir ἕλκεα ἐκφλυνδάνει ἐκ τῆς ὀσφύος Hp.Int.13, cf. 46 (cód., pero cf. ἐκφύω).