κραιπνοβάτις: Difference between revisions

From LSJ

Οὐκ ἔστι σοφίας κτῆμα τιμιώτερον → Haud ulla res pretiosior sapientia → Die Weisheit ist Besitz von allergrößtem Wert

Menander, Monostichoi, 416
(6_12)
 
(21)
Line 1: Line 1:
{{ls
{{ls
|lstext='''κραιπνοβάτις''': -ιδος, ἡ, ἡ [[ταχέως]] πορευομένη, Θ. Προδρ. Ἐπ. σ. 53.
|lstext='''κραιπνοβάτις''': -ιδος, ἡ, ἡ [[ταχέως]] πορευομένη, Θ. Προδρ. Ἐπ. σ. 53.
}}
{{grml
|mltxt=[[κραιπνοβάτις]], ἡ (Μ)<br />αυτή που πορεύεται [[γρήγορα]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[κραιπνός]] «[[ταχύς]], [[ορμητικός]]» <span style="color: red;">+</span> -<i>βάτις</i>, θηλ. του -[[βάτης]] (<span style="color: red;"><</span> [[βαίνω]]), <b>[[πρβλ]].</b> <i>επι</i>-<i>βάτις</i>, <i>παρα</i>-<i>βάτις</i>].
}}
}}

Revision as of 06:41, 29 September 2017

Greek (Liddell-Scott)

κραιπνοβάτις: -ιδος, ἡ, ἡ ταχέως πορευομένη, Θ. Προδρ. Ἐπ. σ. 53.

Greek Monolingual

κραιπνοβάτις, ἡ (Μ)
αυτή που πορεύεται γρήγορα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κραιπνός «ταχύς, ορμητικός» + -βάτις, θηλ. του -βάτης (< βαίνω), πρβλ. επι-βάτις, παρα-βάτις].