ἀποθυμιάω: Difference between revisions

From LSJ

θεὸς δ' ἁμαρτάνουσιν οὐ παρίσταται → God doesn't stand by those who do wrong → A peccatore sese numen segregat → Ein Gott steht denen, die da freveln, niemals bei

Menander, Monostichoi, 252
(6_2)
(big3_5)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀποθῡμιάω''': [[καπνίζω]], περὶ καταστροφῆς μυῶν διὰ καπνισμοῦ, ἀποθυμιῶντες καὶ ἀνορρύττοντες Ἀριστ. Ἱστ. Ζ. 6. 37, 3.
|lstext='''ἀποθῡμιάω''': [[καπνίζω]], περὶ καταστροφῆς μυῶν διὰ καπνισμοῦ, ἀποθυμιῶντες καὶ ἀνορρύττοντες Ἀριστ. Ἱστ. Ζ. 6. 37, 3.
}}
{{DGE
|dgtxt=(ἀποθῡμιάω)<br />[[fumigar]] τὰς μῦς Arist.<i>HA</i> 580<sup>b</sup>23, ὁ λευκὸς ἐλλέβορος ἀποθυμιώμενος ... ἀγωγὸς γίνεται τῶν καταμηνίων el eléboro blanco fumigado provoca la menstruación</i> Anon.Lond.37.30.
}}
}}

Revision as of 12:15, 21 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀποθῡμιάω Medium diacritics: ἀποθυμιάω Low diacritics: αποθυμιάω Capitals: ΑΠΟΘΥΜΙΑΩ
Transliteration A: apothymiáō Transliteration B: apothymiaō Transliteration C: apothymiao Beta Code: a)poqumia/w

English (LSJ)

   A smoke out, [μῦς] Arist.HA580b23.

German (Pape)

[Seite 303] auf-, ausdampfen, Sp.

Greek (Liddell-Scott)

ἀποθῡμιάω: καπνίζω, περὶ καταστροφῆς μυῶν διὰ καπνισμοῦ, ἀποθυμιῶντες καὶ ἀνορρύττοντες Ἀριστ. Ἱστ. Ζ. 6. 37, 3.

Spanish (DGE)

(ἀποθῡμιάω)
fumigar τὰς μῦς Arist.HA 580b23, ὁ λευκὸς ἐλλέβορος ἀποθυμιώμενος ... ἀγωγὸς γίνεται τῶν καταμηνίων el eléboro blanco fumigado provoca la menstruación Anon.Lond.37.30.