διαπειράζω: Difference between revisions

From LSJ

τούτου μὲν τοῦ ἀνθρώπου ἐγὼ σοφώτερός εἰμι → I am wiser than this man

Source
(6_1)
(big3_11)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''διαπειράζω''': [[δοκιμάζω]], τινὰ Ἑβδ. (3 Μακκ. ε', 40). ΙΙ. [[κάμνω]] ἀπόπειραν, [[δοκιμάζω]], μετ᾿ ἀπαρ., Ἰώσηππ. Ι. Ἀρχ. 15. 4, 2.
|lstext='''διαπειράζω''': [[δοκιμάζω]], τινὰ Ἑβδ. (3 Μακκ. ε', 40). ΙΙ. [[κάμνω]] ἀπόπειραν, [[δοκιμάζω]], μετ᾿ ἀπαρ., Ἰώσηππ. Ι. Ἀρχ. 15. 4, 2.
}}
{{DGE
|dgtxt=<b class="num">1</b> [[poner a prueba]] ἡμᾶς LXX 3<i>Ma</i>.5.40, en or. c. εἰ: ἔστησεν αὐτὴν ... χαμαί, διαπειρᾶσαι εἰ ἵσταται la puso en el suelo para probar si se tenía de pie</i>, <i>Proteu</i>.6.1<br /><b class="num">•</b>[[tentar]] σφῆλαι ... τινὰς ἀπίστους Thdt.<i>HE</i> 5.10.3.<br /><b class="num">2</b> [[intentar]] διεπείραζεν εἰς συνουσίαν ἐλθεῖν τῷ βασιλεῖ (Cleopatra) intentó acostarse con el rey (Herodes)</i>, I.<i>AI</i> 15.97.
}}
}}

Revision as of 12:04, 21 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: διαπειράζω Medium diacritics: διαπειράζω Low diacritics: διαπειράζω Capitals: ΔΙΑΠΕΙΡΑΖΩ
Transliteration A: diapeirázō Transliteration B: diapeirazō Transliteration C: diapeirazo Beta Code: diapeira/zw

English (LSJ)

   A tempt, make trial of, τινά LXX 3 Ma. 5.40.    II attempt, try, c. inf., J.AJ15.4.2.

Greek (Liddell-Scott)

διαπειράζω: δοκιμάζω, τινὰ Ἑβδ. (3 Μακκ. ε', 40). ΙΙ. κάμνω ἀπόπειραν, δοκιμάζω, μετ᾿ ἀπαρ., Ἰώσηππ. Ι. Ἀρχ. 15. 4, 2.

Spanish (DGE)

1 poner a prueba ἡμᾶς LXX 3Ma.5.40, en or. c. εἰ: ἔστησεν αὐτὴν ... χαμαί, διαπειρᾶσαι εἰ ἵσταται la puso en el suelo para probar si se tenía de pie, Proteu.6.1
tentar σφῆλαι ... τινὰς ἀπίστους Thdt.HE 5.10.3.
2 intentar διεπείραζεν εἰς συνουσίαν ἐλθεῖν τῷ βασιλεῖ (Cleopatra) intentó acostarse con el rey (Herodes), I.AI 15.97.