λεπτοσύνθετος: Difference between revisions

From LSJ

Δίκαιος ἐὰν ᾖς, πανταχοῦ τῷ τρόπῳ χρήσῃ νόμῳ († λαληθήσῃ) → Si iustus es pro lege tibi mores erunt → Bist du gerecht, ist dein Charakter dir Gesetz (wirst du in aller Munde sein)

Menander, Monostichoi, 135
(6_17)
(23)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''λεπτοσύνθετος''': -ον, ἔχων λεπτὴν ὑφήν, λεπτὴν κατασκευήν, καλύμματα Ἀντιφ. ἐν «Ἀφροδίτης γοναῖς» 1. 10.
|lstext='''λεπτοσύνθετος''': -ον, ἔχων λεπτὴν ὑφήν, λεπτὴν κατασκευήν, καλύμματα Ἀντιφ. ἐν «Ἀφροδίτης γοναῖς» 1. 10.
}}
{{grml
|mltxt=[[λεπτοσύνθετος]], -ον (Α)<br />κατασκευασμένος ή συντεθειμένος με [[λεπτότητα]], λεπτοκατασκευασμένος.
}}
}}

Revision as of 07:32, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: λεπτοσύνθετος Medium diacritics: λεπτοσύνθετος Low diacritics: λεπτοσύνθετος Capitals: ΛΕΠΤΟΣΥΝΘΕΤΟΣ
Transliteration A: leptosýnthetos Transliteration B: leptosynthetos Transliteration C: leptosynthetos Beta Code: leptosu/nqetos

English (LSJ)

ον,

   A of fine texture, καλύμματα Antiph.52.10.

German (Pape)

[Seite 31] fein zusammengesetzt, καλύμματα Antiphan. bei Ath. X, 449 c.

Greek (Liddell-Scott)

λεπτοσύνθετος: -ον, ἔχων λεπτὴν ὑφήν, λεπτὴν κατασκευήν, καλύμματα Ἀντιφ. ἐν «Ἀφροδίτης γοναῖς» 1. 10.

Greek Monolingual

λεπτοσύνθετος, -ον (Α)
κατασκευασμένος ή συντεθειμένος με λεπτότητα, λεπτοκατασκευασμένος.