φλιδών: Difference between revisions

From LSJ

παραβλύζειν τοῦ οἴνου ἐν τῷ ὕπνωdisgorge wine in one's sleep, belch a bit of wine in one's sleep

Source
(6_19)
(45)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''φλιδών''': -όνος, πτυχὴ ἢ [[ῥυτίς]], «φλιδόνες· τὰ ἐν τοῖς ἱματίοις σπάσματα καὶ ῥυτίδες· τινὲς δὲ σφυγμοί» Ἡσύχ.
|lstext='''φλιδών''': -όνος, πτυχὴ ἢ [[ῥυτίς]], «φλιδόνες· τὰ ἐν τοῖς ἱματίοις σπάσματα καὶ ῥυτίδες· τινὲς δὲ σφυγμοί» Ἡσύχ.
}}
{{grml
|mltxt=-όνος, ἡ, Α<br /><i>([[κατά]] τον <b>Ησύχ.</b>)</i> «φλιδόνες<br />τὰ ἐν τοῖς ἱματίοις σπάσματα καὶ ῥυτίδες, τινὲς δὲ σφυγμοί».<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> θ. <i>φλι</i>-<i>δ</i>- (<b>βλ. λ.</b> [[φλίω]]), <b>πρβλ.</b> [[χλίδων]]: [[χλιδή]]: [[χλίω]].
}}
}}

Revision as of 12:47, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: φλιδών Medium diacritics: φλιδών Low diacritics: φλιδών Capitals: ΦΛΙΔΩΝ
Transliteration A: phlidṓn Transliteration B: phlidōn Transliteration C: flidon Beta Code: flidw/n

English (LSJ)

όνος, ἡ,

   A fold, wrinkle, Hsch. (pl.). φλίεθος· καρποφόρος, Id.

Greek (Liddell-Scott)

φλιδών: -όνος, πτυχὴ ἢ ῥυτίς, «φλιδόνες· τὰ ἐν τοῖς ἱματίοις σπάσματα καὶ ῥυτίδες· τινὲς δὲ σφυγμοί» Ἡσύχ.

Greek Monolingual

-όνος, ἡ, Α
(κατά τον Ησύχ.) «φλιδόνες
τὰ ἐν τοῖς ἱματίοις σπάσματα καὶ ῥυτίδες, τινὲς δὲ σφυγμοί».
[ΕΤΥΜΟΛ. < θ. φλι-δ- (βλ. λ. φλίω), πρβλ. χλίδων: χλιδή: χλίω.