ἐξάλλαγμα: Difference between revisions
From LSJ
Τί κοινότατον; ἐλπίς. καὶ γὰρ οἷς ἄλλο μηδέν, αὕτη πάρεστι → What is most common? Hope. For those who have nothing else, that is always there.
(6_21) |
(big3_15) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἐξάλλαγμα''': τό, [[τέρψις]], διασκέδασις, Ἀναξανδρίδης ἐν «Θησεῖ» 2 (Α. Β. 96)· πρβλ. [[ἐξαλλάσσω]] 4. | |lstext='''ἐξάλλαγμα''': τό, [[τέρψις]], διασκέδασις, Ἀναξανδρίδης ἐν «Θησεῖ» 2 (Α. Β. 96)· πρβλ. [[ἐξαλλάσσω]] 4. | ||
}} | |||
{{DGE | |||
|dgtxt=-ματος, τό<br /><b class="num">1</b> [[diversión]] παρθένοι παίζουσι ... πρὸς ἐλάφρ' ἐξαλλάγματα Anaxandr.21, cf. Parth.24.<br /><b class="num">2</b> [[embaucamiento]] Phot.ε 1088. | |||
}} | }} |
Revision as of 12:05, 21 August 2017
English (LSJ)
ατος, τό,
A recreation, amusement, in pl., Anaxandr.20, Parth.24.1 (dub.).
German (Pape)
[Seite 866] τό, Veränderung, Belustigung; B. A. 96 aus Anaxandr.; Parthen. 24, 1.
Greek (Liddell-Scott)
ἐξάλλαγμα: τό, τέρψις, διασκέδασις, Ἀναξανδρίδης ἐν «Θησεῖ» 2 (Α. Β. 96)· πρβλ. ἐξαλλάσσω 4.
Spanish (DGE)
-ματος, τό
1 diversión παρθένοι παίζουσι ... πρὸς ἐλάφρ' ἐξαλλάγματα Anaxandr.21, cf. Parth.24.
2 embaucamiento Phot.ε 1088.