Βορυσθένης: Difference between revisions

From LSJ

φθείρουσιν ἤθη χρήσθ' ὁμιλίαι κακαί → bad company ruins good habits

Source
(6_20)
(Bailly1_1)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''Βορυσθένης''': -ους, ὁ, ὁ Δνείπερος, ποταμὸς τῆς Σκυθίας, Ἡρόδ. 4. 18· ―Βορυσθενείτης, ου, Ἰων. εΐτης, εω, ὁ, [[κάτοικος]] τῶν ὀχθῶν του, Ἡρόδ. 4. 17, Μένανδ. ἐν Ἀδήλ. 491.
|lstext='''Βορυσθένης''': -ους, ὁ, ὁ Δνείπερος, ποταμὸς τῆς Σκυθίας, Ἡρόδ. 4. 18· ―Βορυσθενείτης, ου, Ἰων. εΐτης, εω, ὁ, [[κάτοικος]] τῶν ὀχθῶν του, Ἡρόδ. 4. 17, Μένανδ. ἐν Ἀδήλ. 491.
}}
{{bailly
|btext=ους (ὁ) :<br />le Borysthène (<i>auj.</i> le Dnieper) <i>fl. de la Sarmatie d’Europe</i>.
}}
}}

Revision as of 19:28, 9 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: Βορυσθένης Medium diacritics: Βορυσθένης Low diacritics: Βορυσθένης Capitals: ΒΟΡΥΣΘΕΝΗΣ
Transliteration A: Borysthénēs Transliteration B: Borysthenēs Transliteration C: Vorysthenis Beta Code: *borusqe/nhs

English (LSJ)

ους, ὁ,

   A Borysthenes, Dniepr, Hdt.4.18:—hence Βορυσθεν-είτης or Βορυσθεν-ίτης, ου, Ion. Βορυσθεν-εΐτης, εω, ὁ, an inhabitant of its banks, Hdt. 4.17, Men.883, etc.

Greek (Liddell-Scott)

Βορυσθένης: -ους, ὁ, ὁ Δνείπερος, ποταμὸς τῆς Σκυθίας, Ἡρόδ. 4. 18· ―Βορυσθενείτης, ου, Ἰων. εΐτης, εω, ὁ, κάτοικος τῶν ὀχθῶν του, Ἡρόδ. 4. 17, Μένανδ. ἐν Ἀδήλ. 491.

French (Bailly abrégé)

ους (ὁ) :
le Borysthène (auj. le Dnieper) fl. de la Sarmatie d’Europe.