ἁβρυντής: Difference between revisions
From LSJ
Ἐκ τῶν πόνων τοι τἀγάθ' αὔξεται βροτοῖς → Crescunt labore cuncta bona mortalibus → Das Gute wächst den Sterblichen aus ihrem Müh'n
(6_19) |
(big3_1) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἁβρυντής''': -οῦ, ὁ, καλλωπιζόμενος ἐπιδεικτικῶς, [[θηλυπρεπής]]. Ἀδαμ. Φυσιογν. 2. 20, παρὰ τῷ καλλωπισταί. | |lstext='''ἁβρυντής''': -οῦ, ὁ, καλλωπιζόμενος ἐπιδεικτικῶς, [[θηλυπρεπής]]. Ἀδαμ. Φυσιογν. 2. 20, παρὰ τῷ καλλωπισταί. | ||
}} | |||
{{DGE | |||
|dgtxt=-οῦ, ὁ<br />[[remilgado]] οἱ ... μαλθακῶς βλέποντες ἁβρυνταί, καλλωπισταί, μοιχικοί los que miran tiernamente son remilgados, dados a los afeites y conquistadores de casadas</i> Adam.1.23. | |||
}} | }} |
Revision as of 11:43, 21 August 2017
English (LSJ)
οῦ, ὁ,
A coxcomb, fop, Adam.1.23.
German (Pape)
[Seite 5] οῦ, ὁ, Stutzer, Weichling, Adamant. Phys. 2, 20 neben καλλωπισταί.
Greek (Liddell-Scott)
ἁβρυντής: -οῦ, ὁ, καλλωπιζόμενος ἐπιδεικτικῶς, θηλυπρεπής. Ἀδαμ. Φυσιογν. 2. 20, παρὰ τῷ καλλωπισταί.
Spanish (DGE)
-οῦ, ὁ
remilgado οἱ ... μαλθακῶς βλέποντες ἁβρυνταί, καλλωπισταί, μοιχικοί los que miran tiernamente son remilgados, dados a los afeites y conquistadores de casadas Adam.1.23.