λυκόδοντες: Difference between revisions

From LSJ

ἐν τᾷ μεγάλᾳ Δωρίδι νάσῳ Πέλοπος → in the great Doric island of Pelops

Source
(6_15)
 
m (pape replacement)
 
Line 1: Line 1:
{{ls
{{ls
|lstext='''λῠκόδοντες''': οἱ, = κυνόδοντες, Γαλην. περὶ χρείας τῶν Μορίων 11. 1.
|lstext='''λῠκόδοντες''': οἱ, = κυνόδοντες, Γαλην. περὶ χρείας τῶν Μορίων 11. 1.
}}
{{pape
|ptext=οἱ, <i>die [[Wolfszähne]]</i>, = κυνόδοντες, Galen.
}}
}}

Latest revision as of 16:59, 24 November 2022

Greek (Liddell-Scott)

λῠκόδοντες: οἱ, = κυνόδοντες, Γαλην. περὶ χρείας τῶν Μορίων 11. 1.

German (Pape)

οἱ, die Wolfszähne, = κυνόδοντες, Galen.