ἀναστήλωσις: Difference between revisions
From LSJ
Σιγή ποτ' ἐστὶν αἱρετωτέρα λόγου → Sometimes silence is preferable to words → Est ubi loquelā melius est silentium → Das Schweigen ist dem Reden manchmal vorzuziehn
(6_8) |
(big3_4) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἀναστήλωσις''': -εως, ἡ, [[ἀνέγερσις]] μνημείου ἢ εἰκόνος, Πτολεμ. παρὰ Φωτ. 190· ‒ ἡ [[ἀναστήλωσις]] τῶν σεπτῶν εἰκόνων, ἡ [[μετὰ]] τὸν διωγμὸν τῶν εἰκονοκλαστῶν γενομένη αὐτῶν [[ἀναστήλωσις]], Ἐκκλ. | |lstext='''ἀναστήλωσις''': -εως, ἡ, [[ἀνέγερσις]] μνημείου ἢ εἰκόνος, Πτολεμ. παρὰ Φωτ. 190· ‒ ἡ [[ἀναστήλωσις]] τῶν σεπτῶν εἰκόνων, ἡ [[μετὰ]] τὸν διωγμὸν τῶν εἰκονοκλαστῶν γενομένη αὐτῶν [[ἀναστήλωσις]], Ἐκκλ. | ||
}} | |||
{{DGE | |||
|dgtxt=-εως, ἡ [[monumento]] τοῦ λέοντος Ptol.Chenn.p.21.5. | |||
}} | }} |
Revision as of 12:07, 21 August 2017
English (LSJ)
εως, ἡ,
A setting up of a monument, Ptol.Heph. ap. Phot.Bibl.p.147B.
German (Pape)
[Seite 209] ἡ, das Aufstellen als Denkmal, Sp.
Greek (Liddell-Scott)
ἀναστήλωσις: -εως, ἡ, ἀνέγερσις μνημείου ἢ εἰκόνος, Πτολεμ. παρὰ Φωτ. 190· ‒ ἡ ἀναστήλωσις τῶν σεπτῶν εἰκόνων, ἡ μετὰ τὸν διωγμὸν τῶν εἰκονοκλαστῶν γενομένη αὐτῶν ἀναστήλωσις, Ἐκκλ.
Spanish (DGE)
-εως, ἡ monumento τοῦ λέοντος Ptol.Chenn.p.21.5.