ἀμαθώδης: Difference between revisions

From LSJ

γυνὴ γὰρ οὐδὲν οἶδε πλὴν ὃ βούλεται → women know nothing except from what they want

Source
(6_7)
(big3_3)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀμᾰθώδης''': -ες, ([[εἶδος]]) [[ὅμοιος]] ἄμμῳ· [[πλήρης]] ἄμμου, [[ἀμμώδης]] [[ποταμός]], Στράβ. 344.
|lstext='''ἀμᾰθώδης''': -ες, ([[εἶδος]]) [[ὅμοιος]] ἄμμῳ· [[πλήρης]] ἄμμου, [[ἀμμώδης]] [[ποταμός]], Στράβ. 344.
}}
{{DGE
|dgtxt=-ες<br />[[arenoso]] τὸ ἀμαθώδη τὸν ποταμὸν ἢ τὴν χώραν εἶναι ψεῦδός φασι Str.8.3.14.
}}
}}

Revision as of 12:11, 21 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀμᾰθώδης Medium diacritics: ἀμαθώδης Low diacritics: αμαθώδης Capitals: ΑΜΑΘΩΔΗΣ
Transliteration A: amathṓdēs Transliteration B: amathōdēs Transliteration C: amathodis Beta Code: a)maqw/dhs

English (LSJ)

ες,

   A sandy, ποταμός Str.8.3.14.

Greek (Liddell-Scott)

ἀμᾰθώδης: -ες, (εἶδος) ὅμοιος ἄμμῳ· πλήρης ἄμμου, ἀμμώδης ποταμός, Στράβ. 344.

Spanish (DGE)

-ες
arenoso τὸ ἀμαθώδη τὸν ποταμὸν ἢ τὴν χώραν εἶναι ψεῦδός φασι Str.8.3.14.