νόθειος: Difference between revisions
From LSJ
(6_4) |
(3b) |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''νόθειος''': -α, -ον, ὁ τοῦ νόθου ἢ ἀνήκων εἰς νόθον· τὰ νόθεια ἢ νοθεῖα (ἐξυπακ. χρήματα), ἡ [[κληρονομία]] νόθου, Λυσ. παρ’ Ἁρποκρ., πρβλ. Ἀριστοφ. Ὄρν. 1656· «νοθεῖα: τὰ τοῖς νόθοις ἐκ τῶν πατρῴων διδόμενα οὕτω καλεῖται, ἦν δὲ [[μέχρι]] χιλίων δραχμῶν» Ἁρποκρ. ἐν λέξ. | |lstext='''νόθειος''': -α, -ον, ὁ τοῦ νόθου ἢ ἀνήκων εἰς νόθον· τὰ νόθεια ἢ νοθεῖα (ἐξυπακ. χρήματα), ἡ [[κληρονομία]] νόθου, Λυσ. παρ’ Ἁρποκρ., πρβλ. Ἀριστοφ. Ὄρν. 1656· «νοθεῖα: τὰ τοῖς νόθοις ἐκ τῶν πατρῴων διδόμενα οὕτω καλεῖται, ἦν δὲ [[μέχρι]] χιλίων δραχμῶν» Ἁρποκρ. ἐν λέξ. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''νόθειος:''' принадлежащий внебрачному ребенку или предназначенный для внебрачных детей (χρήματα Arph.). | |||
}} | }} |
Revision as of 00:40, 1 January 2019
Greek (Liddell-Scott)
νόθειος: -α, -ον, ὁ τοῦ νόθου ἢ ἀνήκων εἰς νόθον· τὰ νόθεια ἢ νοθεῖα (ἐξυπακ. χρήματα), ἡ κληρονομία νόθου, Λυσ. παρ’ Ἁρποκρ., πρβλ. Ἀριστοφ. Ὄρν. 1656· «νοθεῖα: τὰ τοῖς νόθοις ἐκ τῶν πατρῴων διδόμενα οὕτω καλεῖται, ἦν δὲ μέχρι χιλίων δραχμῶν» Ἁρποκρ. ἐν λέξ.
Russian (Dvoretsky)
νόθειος: принадлежащий внебрачному ребенку или предназначенный для внебрачных детей (χρήματα Arph.).