ποινήτειρα: Difference between revisions

From LSJ

ἐγώ εἰμι τὸ ἄλφα καὶ τὸ ὦ, ὁ πρῶτος καὶ ὁ ἔσχατος, ἡ ἀρχὴ καὶ τὸ τέλος → I am the Alpha and the Omega, the first and the last, the beginning and the end

Source
(6_10)
(33)
 
Line 4: Line 4:
{{ls
{{ls
|lstext='''ποινήτειρα''': ἡ, θηλ. τοῦ ἑπομ., Τζέτζ. τὰ μεθ’ Ὅμ. 35.
|lstext='''ποινήτειρα''': ἡ, θηλ. τοῦ ἑπομ., Τζέτζ. τὰ μεθ’ Ὅμ. 35.
}}
{{grml
|mltxt=ἡ, Μ<br /><b>βλ.</b> [[ποινητήρ]].
}}
}}

Latest revision as of 12:19, 29 September 2017

German (Pape)

[Seite 652] ἡ, fem. zum Folgdn, Tzetz. P.. 35.

Greek (Liddell-Scott)

ποινήτειρα: ἡ, θηλ. τοῦ ἑπομ., Τζέτζ. τὰ μεθ’ Ὅμ. 35.

Greek Monolingual

ἡ, Μ
βλ. ποινητήρ.