ἀμφιπεριστρωφάω: Difference between revisions

From LSJ

Μακάριος, ὅστις οὐσίαν καὶ νοῦν ἔχειFelix, qui mentem cum divitiis possidet → Glückselig, wer Vermögen und Vernunft besitzt

Menander, Monostichoi, 340
(6_12)
(Bailly1_1)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀμφιπεριστρωφάω''': θαμιστ. τοῦ [[στρέφω]], [[στρέφω]] τι διαρκῶς πρὸς ὅλα τὰ μέρη, [[περιελαύνω]], Ἕκτωρ δ’ ἀμφιπεριστρώφα καλλίτριχας ἵππους Ἰλ. Θ. 348.
|lstext='''ἀμφιπεριστρωφάω''': θαμιστ. τοῦ [[στρέφω]], [[στρέφω]] τι διαρκῶς πρὸς ὅλα τὰ μέρη, [[περιελαύνω]], Ἕκτωρ δ’ ἀμφιπεριστρώφα καλλίτριχας ἵππους Ἰλ. Θ. 348.
}}
{{bailly
|btext=-ῶ :<br /><i>impf. 3ᵉ sg. poét.</i> ἀμφιπεριστρώφα;<br />faire tourner tout autour.<br />'''Étymologie:''' [[ἀμφί]], [[περιστρέφω]].
}}
}}

Revision as of 19:41, 9 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀμφιπεριστρωφάω Medium diacritics: ἀμφιπεριστρωφάω Low diacritics: αμφιπεριστρωφάω Capitals: ΑΜΦΙΠΕΡΙΣΤΡΩΦΑΩ
Transliteration A: amphiperistrōpháō Transliteration B: amphiperistrōphaō Transliteration C: amfiperistrofao Beta Code: a)mfiperistrwfa/w

English (LSJ)

Frequent. of -στρέφω,

   A keep turning about all ways, Ἕκτωρ δ' ἀμφιπεριστρώφα καλλίτριχας ἵππους Il.8.348:—Pass., Q.S.13.11.

Greek (Liddell-Scott)

ἀμφιπεριστρωφάω: θαμιστ. τοῦ στρέφω, στρέφω τι διαρκῶς πρὸς ὅλα τὰ μέρη, περιελαύνω, Ἕκτωρ δ’ ἀμφιπεριστρώφα καλλίτριχας ἵππους Ἰλ. Θ. 348.

French (Bailly abrégé)

-ῶ :
impf. 3ᵉ sg. poét. ἀμφιπεριστρώφα;
faire tourner tout autour.
Étymologie: ἀμφί, περιστρέφω.