προμέτρης: Difference between revisions
From LSJ
(6_14) |
(34) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''προμέτρης''': ὁ, = τῷ ἑπομ., Ἐπιγραφ. Ἐφέσου CIG. 3028. | |lstext='''προμέτρης''': ὁ, = τῷ ἑπομ., Ἐπιγραφ. Ἐφέσου CIG. 3028. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=ὁ, ΜΑ<br />ο [[προμετρητής]]<br /><b>αρχ.</b><br />[[τίτλος]] αξιώματος στην Έφεσο.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>προ</i>- <span style="color: red;">+</span> -<i>μέτρης</i> (<span style="color: red;"><</span> [[μέτρον]]), <b>πρβλ.</b> <i>γεω</i>-<i>μέτρης</i>]. | |||
}} | }} |
Revision as of 12:22, 29 September 2017
English (LSJ)
ου, ὁ, = Lat.
A mensor, campsurveyor, Lyd.Mag.1.46. II title of magistrate at Ephesus, CIG 3028.
Greek (Liddell-Scott)
προμέτρης: ὁ, = τῷ ἑπομ., Ἐπιγραφ. Ἐφέσου CIG. 3028.
Greek Monolingual
ὁ, ΜΑ
ο προμετρητής
αρχ.
τίτλος αξιώματος στην Έφεσο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < προ- + -μέτρης (< μέτρον), πρβλ. γεω-μέτρης].