οἰνοχίτων: Difference between revisions

From LSJ

Οὐπώποτ' ἐζήλωσα πολυτελῆ νεκρόν → Numquam probarim sumptuosum mortuum → Nie preis ich einen Toten selbst im Prachtgewand

Menander, Monostichoi, 411
(6_14)
(28)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''οἰνοχίτων''': ὁ, ἡ, ἔχων ὡς χιτῶνα ἄμπελον, κεκαλυμμένος διὰ κλάδων ἀμπέλου, ἐλάται, δρύες, παρ’ Ἡσύχ.
|lstext='''οἰνοχίτων''': ὁ, ἡ, ἔχων ὡς χιτῶνα ἄμπελον, κεκαλυμμένος διὰ κλάδων ἀμπέλου, ἐλάται, δρύες, παρ’ Ἡσύχ.
}}
{{grml
|mltxt=[[οἰνοχίτων]], -ωνος, ὁ ἡ (Α)<br />καλυμμένος, σκεπασμένος με κλαδιά αμπέλου («οἰνοχίτωνος ἐλαίας», <b>Καλλ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[οἶνος]] <span style="color: red;">+</span> [[χιτών]], -<i>ῶνος</i> (<b>πρβλ.</b> <i>σιδηρο</i>-<i>χίτων</i>)].
}}
}}

Revision as of 12:08, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: οἰνοχίτων Medium diacritics: οἰνοχίτων Low diacritics: οινοχίτων Capitals: ΟΙΝΟΧΙΤΩΝ
Transliteration A: oinochítōn Transliteration B: oinochitōn Transliteration C: oinochiton Beta Code: oi)noxi/twn

English (LSJ)

[ῐ], ωνος, ἁ, ἡ,

   A vine-clad, οἰνοχίτωνας ἐλαίας Call.Fr.anon.211 ; δρύες -χίτωνες ib.158.

Greek (Liddell-Scott)

οἰνοχίτων: ὁ, ἡ, ἔχων ὡς χιτῶνα ἄμπελον, κεκαλυμμένος διὰ κλάδων ἀμπέλου, ἐλάται, δρύες, παρ’ Ἡσύχ.

Greek Monolingual

οἰνοχίτων, -ωνος, ὁ ἡ (Α)
καλυμμένος, σκεπασμένος με κλαδιά αμπέλου («οἰνοχίτωνος ἐλαίας», Καλλ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < οἶνος + χιτών, -ῶνος (πρβλ. σιδηρο-χίτων)].