πρινόκαρπος: Difference between revisions

From LSJ

τὸ ἓν καὶ τὸ ὂν πολλαχῶς λέγεται → the term being and the term one are used in many ways, one and being have various meanings, one and being have many senses

Source
(6_15)
 
(34)
 
Line 1: Line 1:
{{ls
{{ls
|lstext='''πρινόκαρπος''': ὁ, ὁ [[καρπὸς]] τῆς πρίνου, Κ. Μανασσ. Χρον. 6128· οὕτω, πρῖνον, τό, Γαλην. τ. 6, σ. 357Ε.
|lstext='''πρινόκαρπος''': ὁ, ὁ [[καρπὸς]] τῆς πρίνου, Κ. Μανασσ. Χρον. 6128· οὕτω, πρῖνον, τό, Γαλην. τ. 6, σ. 357Ε.
}}
{{grml
|mltxt=ο, ΝΜ ο [[καρπός]] του πουρναριού.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[πρῖνος]] <span style="color: red;">+</span> [[καρπός]]].
}}
}}

Latest revision as of 12:20, 29 September 2017

Greek (Liddell-Scott)

πρινόκαρπος: ὁ, ὁ καρπὸς τῆς πρίνου, Κ. Μανασσ. Χρον. 6128· οὕτω, πρῖνον, τό, Γαλην. τ. 6, σ. 357Ε.

Greek Monolingual

ο, ΝΜ ο καρπός του πουρναριού.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πρῖνος + καρπός].