δοχός: Difference between revisions

From LSJ

πολλοὶ γάρ εἰσιν κλητοὶ ὀλίγοι δὲ ἐκλεκτοί → many are called, but few are chosen

Source
(6_15)
(big3_12)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''δοχός''': -όν, ([[δέχομαι]]) δεχόμενος, περιλαμβάνων, δυνάμενος νὰ περιλάβῃ, Λατ. capax, [[μετὰ]] γεν., Θεόφρ. Αἰτ. Φ. 2. 4, 12. ΙΙ. [[δοχός]], ὁ, [[δοχεῖον]], Ἡσύχ.
|lstext='''δοχός''': -όν, ([[δέχομαι]]) δεχόμενος, περιλαμβάνων, δυνάμενος νὰ περιλάβῃ, Λατ. capax, [[μετὰ]] γεν., Θεόφρ. Αἰτ. Φ. 2. 4, 12. ΙΙ. [[δοχός]], ὁ, [[δοχεῖον]], Ἡσύχ.
}}
{{DGE
|dgtxt=-οῦ, ἡ<br />[[receptáculo]], [[recipiente]], [[depósito]] δ. οὖσα καὶ τοῦ θερμοῦ καὶ τοῦ ὑγροῦ siendo (la tierra) receptáculo del calor y la humedad</i> Thphr.<i>CP</i> 2.4.12, cf. Hsch.<br /><b class="num">•</b>esp. [[palangana]], [[bañera]] Hsch.<br /><b class="num">•</b>ref. pers., fig. [[la que recibe y contiene]], [[receptáculo]] ἤκουσεν ἡ παρθένος τὸ «χαῖρε», καὶ εὐθέως δ. ἀνεδείχθη Abr.Eph.<i>Annunt</i>.4.
}}
}}

Revision as of 12:26, 21 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: δοχός Medium diacritics: δοχός Low diacritics: δοχός Capitals: ΔΟΧΟΣ
Transliteration A: dochós Transliteration B: dochos Transliteration C: dochos Beta Code: doxo/s

English (LSJ)

όν, (δέχομαι)

   A containing, able to hold, θερμοῦ καὶ ὑγροῦ Thphr. CP2.4.11.    II Subst. δοχός, ὁ, receptacle, Hsch.; also, = λουτήρ, Id.

German (Pape)

[Seite 663] aufnehmend, fassend, τινός, Theophr. Bei Hesych. subst., = δοχεῖον.

Greek (Liddell-Scott)

δοχός: -όν, (δέχομαι) δεχόμενος, περιλαμβάνων, δυνάμενος νὰ περιλάβῃ, Λατ. capax, μετὰ γεν., Θεόφρ. Αἰτ. Φ. 2. 4, 12. ΙΙ. δοχός, ὁ, δοχεῖον, Ἡσύχ.

Spanish (DGE)

-οῦ, ἡ
receptáculo, recipiente, depósito δ. οὖσα καὶ τοῦ θερμοῦ καὶ τοῦ ὑγροῦ siendo (la tierra) receptáculo del calor y la humedad Thphr.CP 2.4.12, cf. Hsch.
esp. palangana, bañera Hsch.
ref. pers., fig. la que recibe y contiene, receptáculo ἤκουσεν ἡ παρθένος τὸ «χαῖρε», καὶ εὐθέως δ. ἀνεδείχθη Abr.Eph.Annunt.4.