σεπτήριον: Difference between revisions

From LSJ

Ζῶμεν γὰρ οὐχ ὡς θέλομεν, ἀλλ' ὡς δυνάμεθα → Ut quimus, haud ut volumus, aevum ducimus → nicht wie wir wollen, sondern können, leben wir

Menander, Monostichoi, 190
(6_21)
 
(Bailly1_4)
Line 1: Line 1:
{{ls
{{ls
|lstext='''σεπτήριον''': τό, ἑορτὴ ἐν Δελφοῖς κατὰ πᾶν ἔνατον [[ἔτος]] τελουμένη εἰς ἀνάμνησιν τῆς μάχης τοῦ Ἀπόλλωνος πρὸς τὸν Πύθωνα, Πλούτ. 2. 293Β, πρβλ. Ἡσύχ.
|lstext='''σεπτήριον''': τό, ἑορτὴ ἐν Δελφοῖς κατὰ πᾶν ἔνατον [[ἔτος]] τελουμένη εἰς ἀνάμνησιν τῆς μάχης τοῦ Ἀπόλλωνος πρὸς τὸν Πύθωνα, Πλούτ. 2. 293Β, πρβλ. Ἡσύχ.
}}
{{bailly
|btext=ου (τό) :<br /><i>litt.</i> « la vénération », <i>n. d’une fête d’Apollon, à Delphes</i>.<br />'''Étymologie:''' [[σέβω]].
}}
}}

Revision as of 19:36, 9 August 2017

Greek (Liddell-Scott)

σεπτήριον: τό, ἑορτὴ ἐν Δελφοῖς κατὰ πᾶν ἔνατον ἔτος τελουμένη εἰς ἀνάμνησιν τῆς μάχης τοῦ Ἀπόλλωνος πρὸς τὸν Πύθωνα, Πλούτ. 2. 293Β, πρβλ. Ἡσύχ.

French (Bailly abrégé)

ου (τό) :
litt. « la vénération », n. d’une fête d’Apollon, à Delphes.
Étymologie: σέβω.