ἔκταν: Difference between revisions

From LSJ

Τὸν εὖ ποιοῦνθ' (εὐποροῦνθ') ἕκαστος ἡδέως ὁρᾷ → Den, der ihm wohltut, freut ein jeder sich zu sehn

Menander, Monostichoi, 501
(big3_14b)
(4)
Line 7: Line 7:
{{DGE
{{DGE
|dgtxt=v. [[κτείνω]].
|dgtxt=v. [[κτείνω]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''ἔκταν:''' Επικ. γʹ πληθ. αορ. βʹ του [[κτείνω]].
}}
}}

Revision as of 20:36, 30 December 2018

French (Bailly abrégé)

ao.2 Act. de *κτῆμι.

English (Autenrieth)

see κτείνω.

Spanish (DGE)

v. κτείνω.

Greek Monotonic

ἔκταν: Επικ. γʹ πληθ. αορ. βʹ του κτείνω.