ἀξιαπήγητος: Difference between revisions

From LSJ

ποιητὴς, ὁπόταν ἐν τῷ τρίποδι τῆς Μούσης καθίζηται, τότε οὐκ ἔμφρων ἐστίν → whenever a poet is seated on the Muses' tripod, he is not in his senses

Source
(big3_5)
(1)
Line 7: Line 7:
{{DGE
{{DGE
|dgtxt=v. [[ἀξιαφήγητος]].
|dgtxt=v. [[ἀξιαφήγητος]].
}}
{{elru
|elrutext='''ἀξιαπήγητος:''' достойный быть рассказанным (τὰ ἀξιαπηγητοτατά ἐστι, τούτων ἐπιμνήσομαι Her.).
}}
}}

Revision as of 06:56, 31 December 2018

German (Pape)

[Seite 269] ion. = ἀξιαφήγητος, Her. 1, 66.

French (Bailly abrégé)

ος, ον :
ion. c. ἀξιαφήγητος;
digne d’être exposé ou raconté.
Étymologie: ἄξιος, ἀφηγέομαι.

Spanish (DGE)

v. ἀξιαφήγητος.

Russian (Dvoretsky)

ἀξιαπήγητος: достойный быть рассказанным (τὰ ἀξιαπηγητοτατά ἐστι, τούτων ἐπιμνήσομαι Her.).