Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

διεσπασμένως: Difference between revisions

From LSJ
(big3_11)
(1b)
Line 15: Line 15:
{{DGE
{{DGE
|dgtxt=adv. sobre el part. perf. pas. de [[διασπάω]]<br /><b class="num">1</b> [[intermitente]], [[irregularmente]] ἐτησίαι ... δ. ἔπνευσαν Hp.<i>Epid</i>.1.1, 3.2, ἀνωμάλως τὴν ἀκοὴν καὶ δ. κινοῦντες S.E.<i>M</i>.6.44, δυνάμεως ... δ. ἀντιλαμβανομένης Phlp.<i>in de An</i>.316.31<br /><b class="num">•</b>[[acá y allá]] εἰρῆσθαι περὶ αὐτῶν Gal.4.263, εὑρεῖν op. συνημμένως Basil.<i>Spir</i>.58.20, cf. Amph.<i>Ep.Syn</i>.1.<br /><b class="num">2</b> [[en diferentes momentos]] Chrys.M.60.21.
|dgtxt=adv. sobre el part. perf. pas. de [[διασπάω]]<br /><b class="num">1</b> [[intermitente]], [[irregularmente]] ἐτησίαι ... δ. ἔπνευσαν Hp.<i>Epid</i>.1.1, 3.2, ἀνωμάλως τὴν ἀκοὴν καὶ δ. κινοῦντες S.E.<i>M</i>.6.44, δυνάμεως ... δ. ἀντιλαμβανομένης Phlp.<i>in de An</i>.316.31<br /><b class="num">•</b>[[acá y allá]] εἰρῆσθαι περὶ αὐτῶν Gal.4.263, εὑρεῖν op. συνημμένως Basil.<i>Spir</i>.58.20, cf. Amph.<i>Ep.Syn</i>.1.<br /><b class="num">2</b> [[en diferentes momentos]] Chrys.M.60.21.
}}
{{elru
|elrutext='''διεσπασμένως:''' прерывисто, с промежутками (τὴν ἀκοὴν κινεῖν Sext.).
}}
}}

Revision as of 18:44, 31 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: διεσπασμένως Medium diacritics: διεσπασμένως Low diacritics: διεσπασμένως Capitals: ΔΙΕΣΠΑΣΜΕΝΩΣ
Transliteration A: diespasménōs Transliteration B: diespasmenōs Transliteration C: diespasmenos Beta Code: diespasme/nws

English (LSJ)

Adv.

   A intermittently, δ. πνεῖν (al. διεσπαρμένως) Hp. Epid.1.1, 3.2; in a disjointed manner, Gal.UP16.1.

Greek (Liddell-Scott)

διεσπασμένως: ἐκ διαλειμμάτων, δ. πνεῖν (ἄλλ. διεσπαρμένως) Ἱππ. Ἐπιδ. 938, 1082, ἐπὶ ἀνέμων.

Spanish (DGE)

adv. sobre el part. perf. pas. de διασπάω
1 intermitente, irregularmente ἐτησίαι ... δ. ἔπνευσαν Hp.Epid.1.1, 3.2, ἀνωμάλως τὴν ἀκοὴν καὶ δ. κινοῦντες S.E.M.6.44, δυνάμεως ... δ. ἀντιλαμβανομένης Phlp.in de An.316.31
acá y allá εἰρῆσθαι περὶ αὐτῶν Gal.4.263, εὑρεῖν op. συνημμένως Basil.Spir.58.20, cf. Amph.Ep.Syn.1.
2 en diferentes momentos Chrys.M.60.21.

Russian (Dvoretsky)

διεσπασμένως: прерывисто, с промежутками (τὴν ἀκοὴν κινεῖν Sext.).